Altruistin
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˌaltʁuˈɪstɪn/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Al‐tru‐is‐tin
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Altruistin (de) θηλυκό (αρσενικό Altruist)
Πηγές[επεξεργασία]
- Altruistin - Duden online.