akuzativ-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- akuzativ- < γαλλική accusatif, ...
Ρίζα[επεξεργασία]
akuzativ- (eo)
- ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: αιτιατική