at odds

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

at odds < → δείτε τις λέξεις at και odds

Έκφραση[επεξεργασία]

at odds (en) (ιδιωματισμός)

  1. στα μαχαίρια, διαφωνώ με κάποιον για κάτι
    They are always at odds.
    Είναι διαρκώς στα μαχαίρια.
    I was at odds with him on/over several points.
    Διαφώνησα μαζί του σε πολλά σημεία.
  2. σε αντίθεση, είναι διαφορετικό από κάτι, όταν τα δύο πράγματα πρέπει να είναι ίδια
    That is at odds with what you said yesterday.
    Αυτό βρίσκεται σε αντίθεση μ' αυτά που είπες χτες.
    Your story is at odds with the facts.
    Η ιστορία σου βρίσκεται σε αντίθεση με τα γεγονότα.

Πηγές[επεξεργασία]