avoir les dents longues
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρηματική έκφραση
1.3
Συνώνυμα
Γαλλικά
(fr)
[
επεξεργασία
]
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
avoir les dents longues
→
δείτε
τις λέξεις
avoir
,
les
,
dent
και
long
Ρηματική έκφραση
[
επεξεργασία
]
avoir les dents longues
(fr)
είμαι
πεινασμένος
είμαι
φιλόδοξος
είμαι
άπληστος
Συνώνυμα
[
επεξεργασία
]
être avide
être ambitieux
avoir les dents qui rayent le parquet
être un jeune loup aux dents longues
être carriériste
être un requin
Κατηγορίες
:
Γαλλική γλώσσα
Ρηματικές εκφράσεις (γαλλικά)
Εκφράσεις (γαλλικά)
Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Download QR code
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
English
Français
Nederlands
Polski