bipartisan
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
bipartisan (en)
- δικομματικός
- ↪ Control of the radio and television media must be passed to a bipartisan body.
- Ο έλεγχος των ραδιοτηλεοπτικών μέσων ενημέρωσης πρέπει να περάσει σε διακομματικό φορέα.
- ↪ Control of the radio and television media must be passed to a bipartisan body.