by mistake
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
by mistake (en)
- (ιδιωματισμός) κατά λάθος
- ↪ I cut my hand with the knife by mistake and I was covered in blood.
- Έκοψα το χέρι μου με το μαχαίρι κατά λάθος και γέμισα αίματα.
- ↪ I cut my hand with the knife by mistake and I was covered in blood.