cholera
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cholera (en)
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cholera (pl) θηλυκό
- η χολέρα
Επιφώνημα[επεξεργασία]
cholera (en)
- δείχνει εκνευρισμό (εκλεπτυσμένη χυδαιότητα)