désemprisonner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- désemprisonner < dés- + emprisonner
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /de.zɑ̃.pʁi.zɔˈne/
Ρήμα[επεξεργασία]
désemprisonner (fr)