des
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Άρθρο[επεξεργασία]
des (fr)
- (αόριστο άρθρο) πληθυντικός αριθμός του un
- (οριστικό άρθρο) πληθυντικός αριθμός του du
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
des (eo)
- Ju pli mi lernas, des pli mi scias.
- Des pli bone.