edziniĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

edziniĝi < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα edziniĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας edziniĝas edziniĝanta edziniĝata
αόριστος edziniĝis edziniĝinta edziniĝita
μέλλοντας edziniĝos edziniĝonta edziniĝota
υποθετική edziniĝus - -
προστακτική edziniĝu - -

edziniĝi (eo)