far cry
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
far cry (en)
- (ιδιωματισμός) εντελώς διαφορετικός
- ↪ This is a far cry from what you promised.
- Αυτό είναι εντελώς διαφορετικό απ' ό,τι υποσχέθηκες.
- ↪ This is a far cry from what you promised.