folder
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
folder (en)
- φάκελος (διπλωμένο χαρτί)
- πρόσωπο ή μηχανή που διπλώνει κάτι
- (πληροφορική) φάκελος (για αρχεία σε υπολογιστή). Ο όρος folder χρησιμοποιείται συνήθως στα γραφικά περιβάλλοντα (GUI), σε αντίθεση με το συνώνυμο directory, που χρησιμοποιείται στη γραμμής εντολής (CLI).[1]
- ≈ συνώνυμα: directory
- δείτε επίσης: folder metaphor στην αγγλική Βικιπαίδεια
Σύνθετα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- folder στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ (αγγλικά) «What is the difference between a directory and folder?». Προσπέλαση 2020-03-29
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
folder (ro)