fortuitous
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
fortuitous (en)
- τυχαία ευνοϊκός → δείτε και τις λέξεις τυχερός, κωλόφαρδος και τυχεράκιας
Πηγές[επεξεργασία]
- fortuitous - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- fortuitous - Oxford Learner's Dictionaries