hënë
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αλβανικά (sq)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
hënë (sq) θηλυκό (οριστικός τύπος: hëna) (πληθυντικός hëna)
- η σελήνη
hënë (sq) θηλυκό (οριστικός τύπος: hëna) (πληθυντικός hëna)