happiness

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

happiness < happy + -ness

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

happiness (en) (μη μετρήσιμο)

  • η ευτυχία
    We lived a life full of happiness together.
    Ζήσαμε μια ζωή γεμάτη ευτυχία μαζί.

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]