honestly
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
- honestly < honest + -ly
honestly (en)
- αληθινά, αληθώς
- ↪ Do you honestly love each other?
- Αγαπιόσαστε αληθινά;
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη actually
- ειλικρινά
- ↪ Honestly, I believe it
- Ειλικρινά, το πιστεύω
- ≈ συνώνυμα: frankly, sincerely, candidly και in all honesty