in one's own right

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

in one's own right < → δείτε τις λέξεις in, one's, own και right

Έκφραση[επεξεργασία]

in one's own right (en)

  • (ιδιωματισμός) είμαι κάτι ο ίδιος, με την αξία του, επάξια, λόγω των προσωπικών μου προσόντων και προσπαθειών, όχι λόγω της σχέσης μου με κάποιον άλλο
    Eleanor Roosevelt, who was also a politician in her own right
    Η Ελεάνορ Ρούζβελτ, που ήταν και η ίδια πολιτικός…

Πηγές[επεξεργασία]