ld
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Διεθνείς όροι[επεξεργασία]
Συντομομορφή[επεξεργασία]
ld (en)
- (μαθηματικά), (σπάνιο) συνήθως συντομογραφία του binary logarithm (δυαδικού λογάριθμου), χρησιμοποιείται περιστασιακά στην γερμανική βιβλιογραφία [1]