malsorbiĝinta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
malsorbiĝinta
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
malsorbiĝinta (eo)
- αόριστος της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος malsorbiĝi
malsorbiĝinta
malsorbiĝinta (eo)