marteladi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

marteladi < martelo (σφυρί) + -ad- (πρόσφυμα που σημαίνει « αδιάκοπα ») + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα marteladi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας marteladas marteladanta marteladata
αόριστος marteladis marteladinta marteladita
μέλλοντας martelados marteladonta marteladota
υποθετική marteladus - -
προστακτική marteladu - -

marteladi (eo)