maturiĝonta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
maturiĝonta
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
maturiĝonta (eo)
- μέλλοντας της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος maturiĝi
maturiĝonta
maturiĝonta (eo)