publicité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /py.bli.si.te/
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
publicité (fr) θηλυκό
- (διαφήμιση) η διαφήμιση
- ↪ La publicité télévisuelle - η τηλεοπτική διαφήμιση
- ↪ sans publicité - αδιαφήμιστα
- η δημοσιότητα