s'autoassembler
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- s'autoassembler < assembler
Ρήμα[επεξεργασία]
- συναρμολογούμαι μόνος μου, χωρίς εξωτερική επέμβαση
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- (παραδοσιακή ορθογραφία) s'auto-assembler