soother

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

soother (en)

  1. αυτός που ησυχάζει, που καλμάρει
    lemon balm, along with other herbs, is reputed to be effective as a soother of nerves
  2. (Καναδάς) η πιπίλα του μωρού
 συνώνυμα: dummy (ΗΒ), pacifier (ΗΠΑ)