tanrıça

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /tɑnɾɯˈt͡ʃɑ/

Ετυμολογία [επεξεργασία]

tanrıça < tanrı.

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

tanrıça (tr)

  • η θεά
    Antik Yunanistan'da Athena bilgelik tanrıçasıydı. ― Στην αρχαία Ελλάδα, η Αθηνά ήταν η θεά της σοφίας

Κλίση[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]