ventôse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ventôse < λατινική ventosus (ανεμοδαρμένος)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
ventôse (fr) αρσενικό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- ventôse στη γαλλική Βικιπαίδεια