γραμματοκιβώτιο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γραμματοκιβώτιο ουδέτερο
- μικρό κιβώτιο με σχισμή, τοποθετημένο έξω από το σπίτι ή στην είσοδο της πολυκατοικίας, μέσα στο οποίο παραδίδει ο ταχυδρόμος την αλληλογραφία μας
- (πληροφορική) ο φάκελος εισερχομένων του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- (πληροφορική) εισερχόμενα