Österreicher
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Österreicher (de) αρσενικό (θηλυκό Österreicherin)
Österreicher (de) αρσενικό (θηλυκό Österreicherin)