Αβαλόν
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αβαλόν < → λείπει η ετυμολογία
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Αβαλόν θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Αβαλόν στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Αβαλόν
|