Βουλγκάτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη Βουλγάτα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Βουλγκάτα θηλυκό
- η λατινική μετάφραση της Αγίας Γραφής
Ταυτόσημο[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Βουλγκάτα
→ δείτε τη λέξη Βουλγάτα |