Δασά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Δασά θηλυκό
- άλλη μορφή του Λασά, βιβλικής τοποθεσίας η οποία αναφέρεται στο βιβλίο της Γενέσεως, όπως καταγράφεται στον Αλεξανδρινό και στον Βατικανό κώδικα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Δασά
|