Πενίτσε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Πενίτσε < πορτογαλική Peniche
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Πενίτσε ουδέτερο άκλιτο
- πόλη της Πορτογαλίας
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Peniche στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Πενίτσε
|