Πόρτα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πόρτα < πόρτα < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πόρτα θηλυκό