αδείπνητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αδείπνητα < αδείπνητος

Επίρρημα

[επεξεργασία]

αδείπνητα

τον έστειλε στο κρεβάτι αδείπνητα

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]