αλευροκοσκινίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αλευροκοσκινίζω < αλεύρι + κοσκινίζω

αλευροκοσκινίζω

  1. κοσκινίζω αλεύρι
  2. μεταχειρίζομαι αλευροκόσκινο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]