αποκουτιάνει

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

αποκουτιάνει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος αποκουτιαίνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποκουτιαίνω
  3. θα αποκουτιάνει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποκουτιαίνω