αποκουτιαίνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποκουτιαίνω < απο- + κουτιαίνω

Ρήμα[επεξεργασία]

αποκουτιαίνω (παθητική φωνή: αποκουτιαίνομαι)

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]