Μετάβαση στο περιεχόμενο

αραξοβολώ

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αραξοβολώ < αραξοβόλι +

αραξοβολώ

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]