αὐτόθεν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αὐτόθεν < αὐτό + παραγωγική κατάληξη -θεν

Επίρρημα[επεξεργασία]

αὐτόθεν

  1. από αυτό το μέρος, από εδώ
  2. (χρονικό) αμέσως, με μιας, αυτομάτως
  3. όταν κάτι είναι στάσιμο, αὐτόθι