βιοπολυμερές
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βιοπολυμερές ουδέτερο
- πολυμερές που παράγεται από ζωντανούς οργανισμούς
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βιοπολυμερές