γιουρδέλι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γιουρδέλι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γιουρδέλι ουδέτερο

  • κουβάς, συνήθως ξύλινος, που χρησιμοποιείται σε πηγάδια, σε πλοία ή για το άρμεγμα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]