γρῦ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]γρῦ < (ηχομιμητική λέξη)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γρῦ ουδέτερο άκλιτο
- η φωνή του γουρουνιού και άλλων πλασμάτων
γρῦ < (ηχομιμητική λέξη)
γρῦ ουδέτερο άκλιτο