δέκατος έβδομος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Αριθμητικό
[επεξεργασία]δέκατος έβδομος αρσενικό, δέκατη έβδομη θηλυκό, δέκατο έβδομο ουδέτερο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δέκατος έβδομος
|