διαστημοπλοΐα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διαστημοπλοΐα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
διαστημοπλοΐα θηλυκό
- διαστημοπορική πλοήγηση, η πρακτική χρήση της διαστημοπορίας σε συγκεκριμένες αποστολές
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διαστημοπλοΐα
|