δυφιακός ρυθμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δυφιακός ρυθμός < → δείτε τις λέξεις δυφιακός και ρυθμός < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική bitrate
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
δυφιακός ρυθμός
- (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική) βλ. συνώνυμο δυφιορρυθμός