εξωυπηρεσιακώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εξωυπηρεσιακώς < εξωυπηρεσιακός + -ώς
Επίρρημα[επεξεργασία]
εξωυπηρεσιακώς
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εξωυπηρεσιακώς
|