επαναπροωθώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
επαναπροωθώ < επανα- + προωθώ

επαναπροωθώ

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]