εποφθαλμιώμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἐποφθαλμιῶμαι

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

εποφθαλμιώμαι μόνο στο ενεστωτικό θέμα