ισοζυγιάσουμε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

ισοζυγιάσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ισοζυγιάζω
  2. θα ισοζυγιάσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ισοζυγιάζω