καερέτι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- καερέτι Το καερέτι προέρχεται από την τούρκικη λέξη “gayret” που σημαίνει προσφέρω μια μικρή βοήθεια σε κάποιον, και η ρίζα της είναι αραβική.
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
καερέτι ουδέτερο